Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2008
Η ΠΕΤΡΑ
Γιάννης Ν. Παπαδογιάννης
Καθηγητής Χημείας στο
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης,
Κοσμήτορας της
Σχολής Θετικών Επιστημών.
Καθηγητής Χημείας στο
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης,
Κοσμήτορας της
Σχολής Θετικών Επιστημών.
Στα πρώτα πέτρινα μετεμφυλιακά χρόνια, όταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι τον κόσμο γύρω μου, από τα πρώτα πράγματα που με εντυπωσίασαν ήταν ένα πέτρινο βουνό, η Πέτρα, όπως τη λέμε. Από τα μέσα της δεκαετίας του πενήντα και μισό αιώνα μετά, με εντυπωσίαζε και με εντυπωσιάζει ακόμα ο όγκος αυτός, η Πέτρα, το θαύμα της φύσης που δεσπόζει στο νοτιοανατολικό μέρος του Θεσσαλικού κάμπου, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό του Δομοκού.
Σήμερα η Πέτρα, τραυματισμένη από τα πάμπολλα φουρνέλα και την αποψίλωσή της από τα δέντρα που υπήρχαν γύρω της, γκορτσιές και αχλαδιές, και από την εξόρυξη χιλιάδων τόνων θρυμματισμένων ασβεστολιθικών πετρωμάτων τα οποία χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται για το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας, παραμένει επιβλητική και εντυπωσιάζει τον επισκέπτη και το διερχόμενο από την παλαιά εθνική οδό Αθήνας-Θεσσαλονίκης.
Στο τέλος της δεκαετίας του πενήντα κάτω από ένα κυπαρίσσι στο δυτικό μέρος του προαύλιου του πέτρινου Δημοτικού Σχολείου Πουρναρίου Φθιώτιδος υπήρχε μια άλλη πολύ μικρότερη πέτρα που υποδεχόταν εμάς τους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου, όχι μόνο να καθίσουμε για να ξεκουραστούμε αλλά και να κουρευτούμε με την ψιλή χειροκίνητη κουρευτική μηχανή. Θυμάμαι τις διαμαρτυρίες των συμμαθητών μου, όταν τους κούρευα και η μηχανή τους τσιμπούσε τα μαλλιά αντί να τα κουρεύει. Το σχολείο τότε είχε περισσότερους από εκατό μαθητές και έναν ή κατά καιρούς δύο δασκάλους. Σήμερα, δεν υπάρχει το κυπαρίσσι, δεν υπάρχει η πέτρα, το πέτρινο σχολείο δεν έχει μαθητές, φιλοξενεί όμως τον πολιτιστικό σύλλογο των γυναικών του Πουρναρίου. Bλέπετε, οι γυναίκες στο Πουρνάρι είναι περισσότερες από τους άντρες και κάνουν διάφορες εκδηλώσεις, δίνοντας ζωή και ενδιαφέρoν για δημιουργία στο αποψιλωμένο από νέους και νέες χωριό, όπου η παρουσία των νέων θα μπορούσε να δώσει στο σχολείο την πραγματική του ζωή.
Ο μακαρίτης ο πατέρας μου, αγρότης στο επάγγελμα, και περιστασιακός κουρέας το Σαββατοκύριακο στο καφενείο του Ταρκάση, συνήθιζε να μου λέει, και του χρωστώ απεριόριστη χάρη και ευγνωμοσύνη για αυτό, ότι παιδί μου στη ζωή μου απέτυχα δεν κατάφερα να αλλάξω κοινωνική τάξη…. Πόσο εντυπωσιακά λόγια για ένα ξυπόλυτο σχολιαρόπαιδο που πήγαινε στο σχολείο με μια πάνινη τσάντα στο ένα χέρι και ένα καυσόξυλο στο άλλο για τη σόμπα του σχολείου. Ο δάσκαλος από αυτά τα καυσόξυλα διάλεγε τα καλύτερα και τα πήγαινε, μέσα σε μια βαλίτσα, στον πατέρα του για να ζεσταθεί.
Να φύγεις από τη λάσπη να μην μείνεις στα χωράφια, γιατί προκοπή δεν έχει, πότε ο καιρός δεν ευνοούσε την παραγωγή, ποια παραγωγή δηλαδή το σιτάρι και το κριθάρι, πότε οι τιμές ήτανε πολύ χαμηλές, το εισόδημα δεν επαρκούσε για να πληρωθεί το τεφτέρι του μπακάλη και το κασελάκι με τα κουρευτικά εργαλεία, το ξυράφι με το εντυπωσιακό λουρί για το ακόνισμα συμπλήρωναν κάθε Σαββατοκύριακο το εισόδημα και εξοφλούσαν τον μπακάλη. Έτσι τη Δευτέρα το τεφτέρι ξεκινούσε με λευκά φύλλα.
Τέχνη “κτηθείσα εν τω στρατεύματι” άκουγα τον αγρότη πατέρα μου να λέει όταν κούρευε κανέναν μεσοβδόμαδα κάτω από τη μουριά στο σπίτι. Από φέτος δεν υπάρχει και η μουριά – ο αιώνας που πέρασε από πάνω της την τραυμάτισε θανάσιμα.
Ήμουνα δεν ήμουνα εννέα ετών, όταν η Αρετή η δασκάλα μου, μου είπε να πάρω την ψιλή κουρευτική μηχανή του πατέρα μου και να κουρέψω τους συμμαθητές μου χρησιμοποιώντας ως κάθισμα την πέτρα κάτω από το κυπαρίσσι και οι συμμαθητές μου, τα αγόρια, ήταν πάνω από πενήντα και τους κούρευα με ιδιαίτερη μαεστρία και κέφι, βλέπετε οι ψείρες είχαν εκλείψει. Αυτό βέβαια έγινε κανόνας μέχρι που τελείωσα το Δημοτικό Σχολείο και πήγα στο Κλασικό Γυμνάσιο του Δομοκού. Στο Δομοκό οι συνθήκες ήταν δύσκολες μακριά από το σπίτι μου, χωρίς τη φροντίδα της μάνας και της γιαγιάς. Πήγαινα στο σχολείο με ένα μεταλλικό κύπελλο, για να πιω γάλα-σκόνη το πρωί, και ένα κουτάλι στην τσέπη, για να φάω πλιγούρι από το συσσίτιο το μεσημέρι…
Τα χρόνια περάσανε, ήλθαν πολύ καλύτερες μέρες, αλλά κάθε φορά που περνάω από το Δημοτικό Σχολείο ανηφορίζοντας προς τα πολλά υπεραιωνόβια κυπαρίσσια για να μιλήσω με τις αναμνήσεις μου θυμάμαι την πέτρα, θυμάμαι το κασελάκι το οποίο υπάρχει και σήμερα, θυμάμαι αυτούς που με το παράδειγμά τους μου έδωσαν ιδέες και έκαναν καλύτερη τη ζωή μου, τους ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου και τους χρωστώ ευγνωμοσύνη.
Σήμερα η Πέτρα, τραυματισμένη από τα πάμπολλα φουρνέλα και την αποψίλωσή της από τα δέντρα που υπήρχαν γύρω της, γκορτσιές και αχλαδιές, και από την εξόρυξη χιλιάδων τόνων θρυμματισμένων ασβεστολιθικών πετρωμάτων τα οποία χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται για το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας, παραμένει επιβλητική και εντυπωσιάζει τον επισκέπτη και το διερχόμενο από την παλαιά εθνική οδό Αθήνας-Θεσσαλονίκης.
Στο τέλος της δεκαετίας του πενήντα κάτω από ένα κυπαρίσσι στο δυτικό μέρος του προαύλιου του πέτρινου Δημοτικού Σχολείου Πουρναρίου Φθιώτιδος υπήρχε μια άλλη πολύ μικρότερη πέτρα που υποδεχόταν εμάς τους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου, όχι μόνο να καθίσουμε για να ξεκουραστούμε αλλά και να κουρευτούμε με την ψιλή χειροκίνητη κουρευτική μηχανή. Θυμάμαι τις διαμαρτυρίες των συμμαθητών μου, όταν τους κούρευα και η μηχανή τους τσιμπούσε τα μαλλιά αντί να τα κουρεύει. Το σχολείο τότε είχε περισσότερους από εκατό μαθητές και έναν ή κατά καιρούς δύο δασκάλους. Σήμερα, δεν υπάρχει το κυπαρίσσι, δεν υπάρχει η πέτρα, το πέτρινο σχολείο δεν έχει μαθητές, φιλοξενεί όμως τον πολιτιστικό σύλλογο των γυναικών του Πουρναρίου. Bλέπετε, οι γυναίκες στο Πουρνάρι είναι περισσότερες από τους άντρες και κάνουν διάφορες εκδηλώσεις, δίνοντας ζωή και ενδιαφέρoν για δημιουργία στο αποψιλωμένο από νέους και νέες χωριό, όπου η παρουσία των νέων θα μπορούσε να δώσει στο σχολείο την πραγματική του ζωή.
Ο μακαρίτης ο πατέρας μου, αγρότης στο επάγγελμα, και περιστασιακός κουρέας το Σαββατοκύριακο στο καφενείο του Ταρκάση, συνήθιζε να μου λέει, και του χρωστώ απεριόριστη χάρη και ευγνωμοσύνη για αυτό, ότι παιδί μου στη ζωή μου απέτυχα δεν κατάφερα να αλλάξω κοινωνική τάξη…. Πόσο εντυπωσιακά λόγια για ένα ξυπόλυτο σχολιαρόπαιδο που πήγαινε στο σχολείο με μια πάνινη τσάντα στο ένα χέρι και ένα καυσόξυλο στο άλλο για τη σόμπα του σχολείου. Ο δάσκαλος από αυτά τα καυσόξυλα διάλεγε τα καλύτερα και τα πήγαινε, μέσα σε μια βαλίτσα, στον πατέρα του για να ζεσταθεί.
Να φύγεις από τη λάσπη να μην μείνεις στα χωράφια, γιατί προκοπή δεν έχει, πότε ο καιρός δεν ευνοούσε την παραγωγή, ποια παραγωγή δηλαδή το σιτάρι και το κριθάρι, πότε οι τιμές ήτανε πολύ χαμηλές, το εισόδημα δεν επαρκούσε για να πληρωθεί το τεφτέρι του μπακάλη και το κασελάκι με τα κουρευτικά εργαλεία, το ξυράφι με το εντυπωσιακό λουρί για το ακόνισμα συμπλήρωναν κάθε Σαββατοκύριακο το εισόδημα και εξοφλούσαν τον μπακάλη. Έτσι τη Δευτέρα το τεφτέρι ξεκινούσε με λευκά φύλλα.
Τέχνη “κτηθείσα εν τω στρατεύματι” άκουγα τον αγρότη πατέρα μου να λέει όταν κούρευε κανέναν μεσοβδόμαδα κάτω από τη μουριά στο σπίτι. Από φέτος δεν υπάρχει και η μουριά – ο αιώνας που πέρασε από πάνω της την τραυμάτισε θανάσιμα.
Ήμουνα δεν ήμουνα εννέα ετών, όταν η Αρετή η δασκάλα μου, μου είπε να πάρω την ψιλή κουρευτική μηχανή του πατέρα μου και να κουρέψω τους συμμαθητές μου χρησιμοποιώντας ως κάθισμα την πέτρα κάτω από το κυπαρίσσι και οι συμμαθητές μου, τα αγόρια, ήταν πάνω από πενήντα και τους κούρευα με ιδιαίτερη μαεστρία και κέφι, βλέπετε οι ψείρες είχαν εκλείψει. Αυτό βέβαια έγινε κανόνας μέχρι που τελείωσα το Δημοτικό Σχολείο και πήγα στο Κλασικό Γυμνάσιο του Δομοκού. Στο Δομοκό οι συνθήκες ήταν δύσκολες μακριά από το σπίτι μου, χωρίς τη φροντίδα της μάνας και της γιαγιάς. Πήγαινα στο σχολείο με ένα μεταλλικό κύπελλο, για να πιω γάλα-σκόνη το πρωί, και ένα κουτάλι στην τσέπη, για να φάω πλιγούρι από το συσσίτιο το μεσημέρι…
Τα χρόνια περάσανε, ήλθαν πολύ καλύτερες μέρες, αλλά κάθε φορά που περνάω από το Δημοτικό Σχολείο ανηφορίζοντας προς τα πολλά υπεραιωνόβια κυπαρίσσια για να μιλήσω με τις αναμνήσεις μου θυμάμαι την πέτρα, θυμάμαι το κασελάκι το οποίο υπάρχει και σήμερα, θυμάμαι αυτούς που με το παράδειγμά τους μου έδωσαν ιδέες και έκαναν καλύτερη τη ζωή μου, τους ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου και τους χρωστώ ευγνωμοσύνη.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΟ ΜΕ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΛΟΓΙΑ