Κυριακή 15 Μαΐου 2011
Οστεοπόρωση
..και η θεραπεία της με ένα χάπι το μήνα! Η οστεοπόρωση είναι μια σκελετική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από ελαττωμένη οστική αντοχή, η οποία προδιαθέτει σε αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.
Η οστική αντοχή σχετίζεται με την ποιότητα του οστού -η οποία εξαρτάται μεταξύ πολλών άλλων παραγόντων και από το ρυθμό της οστικής εναλλαγής, που μπορούμε να εκτιμήσουμε εργαστηριακά με εξετάσεις αίματος ή/και ούρων (δείκτες οστικού μετάβολισμού)- αλλά και με την πυκνότητά του.
Η οστική μάζα, που μειώνεται μετά από κάποια ηλικία, είναι η βασική αιτία της οστεοπόρωσης αλλά όχι η μοναδική.
Ποιοι κινδυνεύουν;
Οι πλέον τεκμηριωμένοι παράγοντες κίνδυνου συμφωνά με τη NOF (National Osteoporosis Foundation) και την USPSTF (US Preventive Services Task Force) είναι το προηγηθέν οστεοπορωτικό κάταγμα, η ηλικία, η κληρονομικότητα, η χαμηλή οστική πυκνότητα, το κάπνισμα, ορμονικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες, το χαμηλό βάρος σώματος ή η πρόσφατη ταχεία απώλεια βάρους, φάρμακα με κυριότερο τη μακροχρόνια χρήση κορτιζόνης, συνοδό νοσήματα και παράγοντες που σχετίζονται με εύκολες πτώσεις.
Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες όπως η υποοιστρογοναιμία από μικρή ηλικία (<45 ετών), οι πρόσφατες πτώσεις, η χαμηλή πρόσληψη Ca επί έτη, η έλλειψη βιταμίνη D, λίγη φυσική άσκηση κ.λπ. Η εύρεση λοιπόν χαμηλής οστικής πυκνότητας δεν αποτελεί απόδειξη οστεοπόρωσης αλλά έναν προγνωστικό δείκτη του κίνδυνου για κάταγμα.
Πως εκδηλώνεται;
Η ασθένεια «χτυπά» κυρίως τη σπονδυλική στήλη, το ισχίο και το κάτω μέρος του αντιβραγχίου. Το κάταγμα εμφανίζεται συνήθως μετά από ένα δυσανάλογα μικρό τραυματισμό ή και χωρίς να έχει προηγηθεί τραυματισμός ή πτώση. Αυτονόητο είναι ότι όλα τα κατάγματα προκαλούν πηγή νοσηρότητας, ενώ αυξημένες είναι οι πιθανότητες θανάτου.
Πως αντιμετωπίζεται;
Κλειδί στην αντιμετώπισή της είναι καταρχήν η έγκαιρη διάγνωσή της με τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας, ώστε οι ασθενείς να πάρουν τα αναγκαία προφυλακτικά μέτρα. Αυτό σημαίνει κυρίως ότι θα πρέπει να προφυλάσσονται από τραυματισμούς και να ξεκινήσουν τη λήψη ασβεστίου, βιταμίνη D και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή για όσο κρίνεται απαραίτητο.
Αυτό που απασχολούσε μέχρι πρόσφατα τους επιστήμονες ήταν να πείσουν τις γυναίκες να συνεχίσουν τη θεραπεία, ώστε να ελεγχθεί η εξέλιξη της νόσου και η αύξηση των οστεοπορωτικών καταγμάτων. Σχεδόν 2 στις 3 ασθενείς διέκοπταν την αγωγή γιατί ήταν πολλοί οι περιορισμοί κατά τη διάρκεια της καθημερινής λήψης των φαρμάκων.
Ένα χάπι το μήνα
Η θεραπεία με τη χορήγηση ενός χαπιού, της ιβανδρονάτης, μία φορά το μήνα προτιμάται από τις περισσότερες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο κατάγματος, γιατί, εκτός από εύχρηστη, είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική και ασφαλής. Έχει αποδειχθεί ότι η συγκεκριμένη θεραπεία ελαττώνει το ποσοστό οστικής απώλειας, αυξάνει την οστική αντοχή και προλαμβάνει τα κατάγματα.
Πρόσφατα ανακοινώθηκαν τα συμπεράσματα μιας νέας αθροιστικής ανάλυσης από τέσσερις κλινικές μελέτες στις οποίες μετείχαν 8.710 ασθενείς με μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, συμφωνά με τα οποία η ιβανδρονάτη μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μη σπονδυλικών καταγμάτων κατά περισσότερο από το ένα τρίτο, σε συγκριση με το εικονικό φάρμακο, μετά από διάστημα 2 ετών.
Σε προηγουμένη μελέτη (BONE) αποδείχθηκε ότι η ιβανδρονάτη συμβάλλει στη μείωση κίνδυνου εμφάνισης νέων σπονδυλικών καταγμάτων κατά 62% και μη σπονδυλικών κατά 69%. Σε 9 από 10 γυναίκες η αγωγή οδήγησε σταδιακά στη διατήρηση ή στην αύξηση της οστικής μάζας τόσο στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης όσο και στην περιοχή του ισχίου.
Οι ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό τους, ο οποίος θα συστήσει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή από μια πλειάδα, παλαιών και νέων, φαρμάκων που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα και είναι πολύ ασφαλή και αποτελεσματικά εφ' όσον λαμβάνονται σωστά.
Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Ι. ΜΑΥΡΟΥΔΗ, ενδοκρινολόγου, διευθυντή ενδοκρινολογίας, διαβήτη και μεταβολισμού γενικού νοσοκομείου Ασκληπιείο Βούλας
Η οστική αντοχή σχετίζεται με την ποιότητα του οστού -η οποία εξαρτάται μεταξύ πολλών άλλων παραγόντων και από το ρυθμό της οστικής εναλλαγής, που μπορούμε να εκτιμήσουμε εργαστηριακά με εξετάσεις αίματος ή/και ούρων (δείκτες οστικού μετάβολισμού)- αλλά και με την πυκνότητά του.
Η οστική μάζα, που μειώνεται μετά από κάποια ηλικία, είναι η βασική αιτία της οστεοπόρωσης αλλά όχι η μοναδική.
Ποιοι κινδυνεύουν;
Οι πλέον τεκμηριωμένοι παράγοντες κίνδυνου συμφωνά με τη NOF (National Osteoporosis Foundation) και την USPSTF (US Preventive Services Task Force) είναι το προηγηθέν οστεοπορωτικό κάταγμα, η ηλικία, η κληρονομικότητα, η χαμηλή οστική πυκνότητα, το κάπνισμα, ορμονικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες, το χαμηλό βάρος σώματος ή η πρόσφατη ταχεία απώλεια βάρους, φάρμακα με κυριότερο τη μακροχρόνια χρήση κορτιζόνης, συνοδό νοσήματα και παράγοντες που σχετίζονται με εύκολες πτώσεις.
Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες όπως η υποοιστρογοναιμία από μικρή ηλικία (<45 ετών), οι πρόσφατες πτώσεις, η χαμηλή πρόσληψη Ca επί έτη, η έλλειψη βιταμίνη D, λίγη φυσική άσκηση κ.λπ. Η εύρεση λοιπόν χαμηλής οστικής πυκνότητας δεν αποτελεί απόδειξη οστεοπόρωσης αλλά έναν προγνωστικό δείκτη του κίνδυνου για κάταγμα.
Πως εκδηλώνεται;
Η ασθένεια «χτυπά» κυρίως τη σπονδυλική στήλη, το ισχίο και το κάτω μέρος του αντιβραγχίου. Το κάταγμα εμφανίζεται συνήθως μετά από ένα δυσανάλογα μικρό τραυματισμό ή και χωρίς να έχει προηγηθεί τραυματισμός ή πτώση. Αυτονόητο είναι ότι όλα τα κατάγματα προκαλούν πηγή νοσηρότητας, ενώ αυξημένες είναι οι πιθανότητες θανάτου.
Πως αντιμετωπίζεται;
Κλειδί στην αντιμετώπισή της είναι καταρχήν η έγκαιρη διάγνωσή της με τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας, ώστε οι ασθενείς να πάρουν τα αναγκαία προφυλακτικά μέτρα. Αυτό σημαίνει κυρίως ότι θα πρέπει να προφυλάσσονται από τραυματισμούς και να ξεκινήσουν τη λήψη ασβεστίου, βιταμίνη D και την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή για όσο κρίνεται απαραίτητο.
Αυτό που απασχολούσε μέχρι πρόσφατα τους επιστήμονες ήταν να πείσουν τις γυναίκες να συνεχίσουν τη θεραπεία, ώστε να ελεγχθεί η εξέλιξη της νόσου και η αύξηση των οστεοπορωτικών καταγμάτων. Σχεδόν 2 στις 3 ασθενείς διέκοπταν την αγωγή γιατί ήταν πολλοί οι περιορισμοί κατά τη διάρκεια της καθημερινής λήψης των φαρμάκων.
Ένα χάπι το μήνα
Η θεραπεία με τη χορήγηση ενός χαπιού, της ιβανδρονάτης, μία φορά το μήνα προτιμάται από τις περισσότερες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο κατάγματος, γιατί, εκτός από εύχρηστη, είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική και ασφαλής. Έχει αποδειχθεί ότι η συγκεκριμένη θεραπεία ελαττώνει το ποσοστό οστικής απώλειας, αυξάνει την οστική αντοχή και προλαμβάνει τα κατάγματα.
Πρόσφατα ανακοινώθηκαν τα συμπεράσματα μιας νέας αθροιστικής ανάλυσης από τέσσερις κλινικές μελέτες στις οποίες μετείχαν 8.710 ασθενείς με μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, συμφωνά με τα οποία η ιβανδρονάτη μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μη σπονδυλικών καταγμάτων κατά περισσότερο από το ένα τρίτο, σε συγκριση με το εικονικό φάρμακο, μετά από διάστημα 2 ετών.
Σε προηγουμένη μελέτη (BONE) αποδείχθηκε ότι η ιβανδρονάτη συμβάλλει στη μείωση κίνδυνου εμφάνισης νέων σπονδυλικών καταγμάτων κατά 62% και μη σπονδυλικών κατά 69%. Σε 9 από 10 γυναίκες η αγωγή οδήγησε σταδιακά στη διατήρηση ή στην αύξηση της οστικής μάζας τόσο στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης όσο και στην περιοχή του ισχίου.
Οι ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό τους, ο οποίος θα συστήσει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή από μια πλειάδα, παλαιών και νέων, φαρμάκων που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα και είναι πολύ ασφαλή και αποτελεσματικά εφ' όσον λαμβάνονται σωστά.
Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Ι. ΜΑΥΡΟΥΔΗ, ενδοκρινολόγου, διευθυντή ενδοκρινολογίας, διαβήτη και μεταβολισμού γενικού νοσοκομείου Ασκληπιείο Βούλας
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΟ ΜΕ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΛΟΓΙΑ