Social Icons

.

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

Η απιστία ως δικαίωμα

Η επιθυμία του Θωμά να θέσει τον δάκτυλό του εις τον τύπον των ήλων προκειμένου να πειστεί για την αλήθεια των γεγονότων θυμίζει ένα από τα τυπικά στοιχεία των ρομάντζων, γνωστό ως «αγνείας πείρα». Η αγνότητα πρέπει να αποδειχθεί εμπράκτως, κάποτε μάλιστα διά της ψηλαφήσεως... Ωστόσο στη συγκεκριμένη αφήγηση της αναγνώρισης του αναστημένου Χριστού δεν δοκιμάζεται η αγνότητά του, ελέγχεται η ταυτότητά του: ο «άπιστος» μαθητής πείθεται μόνο αφού ακουμπήσει τα σημάδια της Σταύρωσης πάνω στο σώμα του Κυρίου του και μάλιστα με τη συγκατάθεση του ίδιου του δοκιμαζόμενου. Χωρίς καμία διάθεση να μπούμε σε εδάφη θεολογικά, θεωρούμε εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός πως αυτό το «κρούσμα» της μαθητικής απιστίας, σε αντίθεση με το προηγούμενο «κρούσμα» της μαθητικής προδοσίας, όχι μόνο δεν τιμωρείται αλλά και εορτάζεται πανηγυρικά. Βέβαια στη συνέχεια του επεισοδίου ο Χριστός μακαρίζει όσους πιστεύουν χωρίς να ζητούν αποδείξεις, το γεγονός όμως έχει ήδη δημιουργήσει προηγούμενο: η δυσπιστία ή και η απιστία μας είναι, κατά κάποιον τρόπο, νόμιμες επιλογές. Πρέπει να απαιτούμε χειροπιαστές αποδείξεις. Πολύ περισσότερο όταν η πίστη μας σε πρόσωπα και αρχές δεν έχει θεολογικό περιεχόμενο.

Παρά ταύτα, και σε αντίθεση με τον ορθολογιστή Θωμά, είμαστε περισσότερο εύπιστοι από όσο θα έπρεπε και μάλιστα σε θέματα που έχουν να κάνουν με τον τωρινό βίο μας και όχι με τη μεταθανάτια ζωή μας. Πολλές φορές είμαστε τόσο εύπιστοι πολιτικά που είναι σαν να έχουμε χάσει κάθε δυνατότητα ελέγχου και κριτικής, τη στιγμή που θεωρούμαστε όντα λογικά και δυσκολόπιστα. Το χειρότερο είναι ότι διαπράττουμε καθημερινά αυτή την «αμαρτία της ευπιστίας», την ώρα μάλιστα που βλέπουμε ολοκάθαρα την αλήθεια. Ετσι κάθε φορά που καλούμαστε να εκλέξουμε νέα κυβέρνηση είναι σαν να αρνούμαστε να πιστέψουμε ό,τι έχουν δει τα μάτια μας. Λησμονούμε, ως εκ θαύματος, πως αυτοί που μας ζητούν να τους εμπιστευθούμε ξανά, αυτοί ακριβώς είναι που συνεχώς μας απογοητεύουν ή, το χειρότερο, μας εξαπατούν. Προφανώς η δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα που απεχθάνεται τη δυσπιστία. Η δημοκρατία, ως αποτέλεσμα της ελεύθερης και αβίαστης επιλογής μας, στηρίζεται στην αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραβλέπουμε τον έλεγχο, την κριτική και την αμφισβήτηση, τουλάχιστον μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Οπωσδήποτε δεν αναφέρομαι τόσο στην κριτική και στον έλεγχο που, όπως υποτίθεται, πρέπει να ασκεί η εκάστοτε αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ή τα «μικρά» κόμματα στα «μεγάλα». Την αλήθεια πρέπει να την ψηλαφούμε πρώτα πάνω στα σώματα των φίλων μας. Η δυσπιστία μας απέναντι στους όποιους αντιπάλους μας είναι αυτονόητη και κάποτε άχρηστη. Η ευπιστία των αγαθών μαθητών του Κυρίου είναι θεολογικά ορθή, η «απιστία» του Θωμά όμως είναι που επικυρώνει την όποια αλήθεια.

Και αν η απιστία, δηλαδή η έλλειψη πίστης, μπορεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να θεραπευθεί, η απιστία ως απάτη, ως προδοσία και καταπάτηση των όρκων είναι αμαρτία θανάσιμη, γι' αυτό και από την άποψη της λογοτεχνίας πολύ πιο ενδιαφέρουσα. Οι άπιστοι φίλοι, οι άπιστες γυναίκες (αυτό πια!), οι άπιστοι σύζυγοι αποτελούν το αιώνιο θέμα ενός αντεστραμμένου ρομάντζου που, όταν δεν απολήγει σε φάρσα, καταλήγει σε τραγωδία. «Ω, εσύ που οικτρά καταπάτησες τους όρκους σου!» κραυγάζει η Μήδεια στον Ιάσονα προτού αποτολμήσει τη φρικτή πράξη. Ο Βρούτος, ο Κάσσιος και ο Ιούδας είναι αυτοί που βασανίζονται χωρίς ελπίδα στον τελευταίο κύκλο της δαντικής Κόλασης. Μπορεί η «πιστή» Πηνελόπη να αποτελεί πρότυπο για τους απανταχού διαχρονικούς συζύγους, ποτέ όμως δεν αξιώθηκε τη λογοτεχνική αίγλη της Κλυταιμνήστας. Οσο για την Ελένη, τα πράγματα είναι, θα λέγαμε, ίσως χειρότερα. Ούτε παντελώς πιστή ούτε γενναία άπιστη. Δεν είναι «μοιραία» αφού και τον σύζυγο σκέφτεται και προς τον εραστή δυσπιστεί (βλ. Ιλιάδα). Είναι η περίπτωση μιας ανάλαφρης, σχεδόν νεοελληνικού τύπου συζυγικής απιστίας: μετά τον «θάνατο» του εραστή επιστρέφει στον συζυγικό οίκο. Η απάτη που διαπράττει δεν έχει να κάνει τόσο με τη συζυγική τιμή αλλά με την εικόνα της συζυγικής τιμής. Είναι μόνο η πρόφαση, το «αδειανό πουκάμισο», που ωστόσο μπορεί και τροφοδοτεί τη φαντασία μας ή και τους φόβους μας. Η αποθέωση της απιστίας στη λογοτεχνία (εδώ ανήκει, πιστεύω, και η περίπτωση του «άπιστου» Θωμά) δηλώνει πόσο δύσκολος είναι ο ρόλος των αληθινών «πιστών». Μολονότι βέβαια, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, η «απιστία» δεν συνιστά, σώνει και καλά, πράξη αμαρτωλή.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.
ΠΗΓΗ ΤΟ ΒΗΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΕΣ ΤΟ ΜΕ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΛΟΓΙΑ