Social Icons

.

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Μουσικές για τον Αριστοφάνη



Τα τελευταία χρόνια, ένας απρόσμενος επισκέπτης συντροφεύει τα μουσικά μας πράγματα: ο παππούς Αριστοφάνης! Νέες παραγωγές, επανεκδόσεις, ζωντανές ηχογραφήσεις, μια πλημμυρίδα μουσικών έργων εμπνευσμένων από τον αρχαίο κωμωδό έχει κάνει την εμφάνισή της. Καιρός λοιπόν να σκύψουμε πάνω στα υψηλά επιτεύγματα μιας ιδιαίτερης πτυχής του νεοελληνικού μουσικού πολιτισμού: της μουσικής για τα αριστοφανικά έργα.
Ο Αριστοφάνης γεννήθηκε γύρω στο 445 π.Χ. και πέθανε γύρω στο 385 π.Χ. Θεωρείται ο κορυφαίος δημιουργός της αρχαίας κωμωδίας, και έγραψε περισσότερα από σαράντα έργα, εκ των οποίων σώζονται τα έντεκα. Η πλοκή κάθε έργου στηρίζεται στον
κωμικό ήρωα και στο χορό και μοιράζεται την εξής δομή: πρόλογος, πάροδος, αγώνας, παράβαση, ιαμβικές σκηνές και έξοδος. Από πλευράς πλοκής, στις περισσότερες κωμωδίες του Αριστοφάνη υπάρχει ένα αρχικό πρόβλημα, για τη λύση του οποίου κάποιος συλλαμβάνει ένα επαναστατικό σχέδιο. Αυτό το σχέδιο γίνεται τελικά δεκτό και στο τέλος επέρχεται η ουτοπική λύση, παρά τις αντιξοότητες.
Στους Αχαρνής ο Δικαιόπολις διεκδικεί ειρήνη για εκείνον και την οικογένειά του• στους Βατράχους στήνεται διαγωνισμός ανάμεσα στους τραγικούς ποιητές του κάτω κόσμου• στην Ειρήνη η φυλακισμένη Ειρήνη απελευθερώνεται αχρηστεύοντας τα όργανα του πολέμου• στις Εκκλησιάζουσες η εξουσία περνά στα χέρια των γυναικών• στις Θεσμοφοριάζουσες οι γυναίκες αναγκάζουν τον Ευριπίδη να σταματήσει να τις δυσφημεί στα έργα του• στους Ιππής σατιρίζεται ο δημαγωγός Κλέωνας• στη Λυσιστράτη οι γυναίκες κηρύσσουν αποχή από τα συζυγικά τους καθήκοντα για να παύσει ο πόλεμος• στις Νεφέλες σατιρίζεται η σοφιστική παιδεία και οι επιδράσεις τη στην αθηναϊκή κοινωνία• στους Όρνιθες, δύο Αθηναίοι πείθουν τα πουλιά να χτίσουν τη Νεφελοκοκκυγία ανάμεσα στον κόσμο των ανθρώπων και στον κόσμο των θεών• στον Πλούτο ο ομώνυμος τυφλός θεός βρίσκει το φως του με τη βοήθεια του καλού πολίτη Χρεμύλου• και στους Σφήκες διακωμωδείται η δικομανία των Αθηναίων δικαστών στο πρόσωπο του Φιλοκλέωνα.
Η αριστοφανική κωμωδία είναι κατ’ εξοχήν μουσικό θέατρο. Ωστόσο, αν και η μουσική και το τραγούδι ήταν εγγενή στοιχεία της, δεν σώζεται κάτι σχετικό• μόνο ο ποιητικός ρυθμός, ο μετρικός πλούτος των χορικών και η γλώσσα δίνουν μια καθ’ υπόθεση γεύση της μελοποιίας. Η απώλεια της τότε μουσικής εξισορροπείται από τις πολλαπλές προσεγγίσεις των νεότερων συνθετών. Δεν είναι όλες οι προσεγγίσεις δισκογραφημένες, εφόσον δεν είναι δεδομένο ότι η θεατρική μουσική πρέπει να δισκογραφείται. Μερικές φορές, έχει τη δική της ζωή εκτός παράστασης, άλλες φορές όμως δεν είναι εκδόσιμη λόγω της αδιάρρηκτης σχέσης της με το έργο. Δύο αφανείς συντελεστές κάθε μουσικής για τον Αριστοφάνη είναι ο σκηνοθέτης και ο μεταφραστής, πρόσωπα που λόγω οικονομίας χώρου δεν αναφέρονται στην ακόλουθη ενδεικτική καταγραφή.
Οι συνθέτες συναντούν τον Αριστοφάνη
Οι πληροφορίες που διασώζονται για τη μουσική Ελλήνων συνθετών για τον Αριστοφάνη κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα είναι ελάχιστες, με έργα που δεν γλίτωσαν τη σκόνη του χρόνου. Ο συνθέτης Φίλιππος Τσαλαχούρης επισημαίνει τη μουσική του Θεόφραστου Σακελλαρίδη –πατέρα της ελληνικής οπερέτας– για τις Εκκλησιάζουσες (1904), τους Όρνιθες του Μάριου Βάρβογλη (1929) και τις Νεφέλες του Γεώργιου Καζάσογλου (1952)• έργο για το οποίο ο Ιγκόρ Στραβίνσκι σημειώνει: «Στη μουσική σας άκουσα Ελλάδα». Χωρίς να αμφισβητείται η συνεισφορά των συνθετών της εθνικής σχολής, η λόγια, κλασικίζουσα οπτική τους στη μουσική για τον Αριστοφάνη δεν επέτρεψε το πέρασμά της στις επόμενες γενιές. Ουσιαστικά, η πορεία του Αριστοφάνη στην ελληνική μουσική διακρίνεται σε προ Χατζιδάκι και μετά Χατζιδάκι.
Το 1956, ο Μάνος Χατζιδάκις καταπιάνεται με τις Εκκλησιάζουσες, και ακολουθούν η Λυσιστράτη (1957) –απ’ όπου ο Μύθος– ο Πλούτος (1957) –απ’ όπου η Κυρά και το Γαρύφαλλο στ’ αυτί– οι Θεσμοφοριάζουσες (1958) και οι Βάτραχοι (1959). Το τεράστιο όμως βήμα γίνεται με τους Όρνιθες, οι οποίοι πρωτοπαρουσιάστηκαν τον Αύγουστο του 1959 από το Θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, σκηνικά Γιάννη Τσαρούχη και χορογραφία Ραλλούς Μάνου. Η παράσταση δεν ξέφυγε από τις δαγκάνες του συντηρητικού επαρχιωτισμού και της λογοκρισίας. Η δοξολογία του ιερέα σε τόνο βυζαντινής ψαλμωδίας ξεσηκώνει θύελλα διαμαρτυριών, και ο τότε υπουργός Προεδρίας, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, απαγορεύει τη συνέχιση των παραστάσεων. Ο Χατζιδάκις διαμαρτύρεται δημόσια: «Θεωρώ τον εαυτό μου απόλυτα προσβεβλημένο από τον τρόπο που έγινε η ματαίωσις της παραστάσεως. Η όλη υπόθεσις, μαζί με την ανεκδιήγητον “ευθιξίαν του θρησκευτικού αισθήματος” μερίδος των θεατών με θλίβει αφάνταστα». Το 1962 ο Κουν ανεβάζει ξανά το έργο με ανανεωμένη σκηνοθεσία και νέα χορογραφία της Ζουζούς Νικολούδη και –τότε– η παράσταση θριαμβεύει, ενώ το 1965 το έργο παρουσιάζεται στις Βρυξέλλες ως μπαλέτο, με χορογραφίες του Μορίς Μπεζάρ. Ο Μιχάλης Γρηγορίου επισημαίνει σήμερα: «Για τη δική μου γενιά, οι Όρνιθες του Χατζιδάκι λειτούργησαν αποκαλυπτικά».
Εάν ο Μάνος Χατζιδάκις συμβολίζει το λυρικό αστικό άκρο πάνω στο αριστοφανικό συνεχές, ο Χρήστος Λεοντής οικοδομεί το έτερο, λαϊκότερο αγροτικό άκρο. Μόνιμο αίτημα του Λεοντή είναι η ανάδειξη της λαϊκής συνείδησης μέσω της μουσικο-θεατρικής δημιουργίας. Ο συνθέτης απεκδύεται το ρόλο του και κατέρχεται στην πλατεία, στη θέση του θεατή-ακροατή. Ο Λεοντής συνέθεσε μουσική για τα έργα Αχαρνής (1976), Ειρήνη (1978), Ιππής (1991), Σφήκες (1992) και Πλούτος (1994), η οποία κυκλοφορεί ηχογραφημένη ζωντανά στην έκδοση Χελιδών Ηδομένη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης ξεκινά με τη Λυσιστράτη (1966), ακολουθούν οι Ιππής (1979), ενώ το 2002 επιστρέφει στη Λυσιστράτη με την ομώνυμη όπερα. Οι Ιππής κατέχουν σημαντική θέση στην εργογραφία του συνθέτη, ως έργο της λεγόμενης μετασυμφωνικής μουσικής. Παρ’ όλη τη συνθετότητα της φόρμας, η ατμόσφαιρα του έργου παραπέμπει άμεσα στο λαϊκό τραγούδι. Όπως σημειώνει και ο Θεοδωράκης: «Το στοιχείο για το οποίο είμαι ιδιαίτερα ικανοποιημένος είναι η ενορχήστρωση του έργου, απλή, λιτή και λαμπερή, με την οποία αναδεικνύεται ο καθαρά νεοελληνικός του χαρακτήρας». Στους Ιππής, ο Θεοδωράκης έχει πλάι του και έναν βοηθό. Το όνομά του; Σταμάτης Κραουνάκης.
Ο Κραουνάκης επενδύει αρχικά την Ειρήνη (1982), και ακολουθεί η Λυσιστράτη (1986), με τον Λάκη Λαζόπουλο στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Τον Πλούτο ο Κραουνάκης συναντά τρεις φορές (1996, 1998, 2004), προτού συνθέσει για τις Θεσμοφοριάζουσες (2006) και τις Νεφέλες (2009). Σημειωτέον ότι εφέτος το καλοκαίρι, ο Κραουνάκης θα βρεθεί στη σκηνή της Επιδαύρου και ως ηθοποιός, υποδυόμενος τον Δικαιόπολη στους Αχαρνής.
Εντυπωσιακή παρουσία έχει και ο Βασίλης Δημητρίου, ο οποίος επένδυσε μουσικά τα έργα Όρνιθες (1994), Εκκλησιάζουσες (1996, 2000), Νεφέλες (1996, 1998), Θεσμοφοριάζουσες (1999), Ιππής (2001), Λυσιστράτη (2002) και Πλούτος (2006). Όχι τυχαία, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος αναφέρει: «Ο Δημητρίου ξέρει κάθε φορά να βρίσκει το σφυγμό, τον πυρήνα στα κείμενα, να διακρίνει το δραματικό στοιχείο, το περιγραφικό, το τελεστικό από το λυρικό». Το σύνολο του έργου τού Δημητρίου πάνω στον Αριστοφάνη κυκλοφορεί ως Αριστοφάνη Έργα Ι και ΙΙ.
Ο Θάνος Μικρούτσικος ξεκινά τη σχέση του στον Αριστοφάνη με μια παραγγελία από το Λαϊκό Πειραματικό Θέατρο για τις Θεσμοφοριάζουσες (1978), ενώ το 1983 συνθέτει μουσική για το θεατρικό Women in Power (Γυναίκες στην εξουσία), του Τζον Μακ Γραθ, μια συνδυαστική διασκευή των έργων Εκκλησιάζουσες και Ιππής. Ακολουθεί η Ειρήνη (1984) για το Αμφι-Θέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου, κινούμενη σε μια αίσθηση καμπαρέ, οι αναθεωρημένες Θεσμοφοριάζουσες (1985), οι Εκκλησιάζουσες (1998) και οι Αχαρνής (2005).
Ξεχωριστή θέση κατέχει η ματιά του Διονύση Σαββόπουλου για τους περιπετειώδεις Αχαρνής. Ο Σαββόπουλος εξηγεί: «Καταπιάστηκα με τους Αχαρνής έπειτα από παραγγελία του Θεάτρου Τέχνης, μεταφράζοντας με δική μου πρωτοβουλία ό,τι ήταν να μελοποιήσω, όχι από φιλοδοξία• αλλά δεν μπορώ να γράφω μουσική χωρίς να γράφω και τα λόγια, είναι η φύση της εργασίας μου». Τελικά, η εργασία του απορρίπτεται και το 1977 εκδίδεται ο δίσκος Αχαρνής - Ο Αριστοφάνης Που Γύρισε Από Τα Θυμαράκια. Επισημαίνοντας τις ανατροπές του σαββοπουλικού Δικαιόπολη, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος τονίζει: «Ο Σαββόπουλος είναι ο πρώτος Έλληνας καλλιτέχνης που ανιχνεύει με ορθάνοιχτα μάτια το χώρο ενός θρησκευτικού αναρχισμού». Ο Σαββόπουλος θα ξανασυναντήσει τον Αριστοφάνη στον Πλούτο (1985), ο οποίος συμπεριελήφθη μια δεκαετία αργότερα στο δίσκο Παράρτημα.
Ο Σταύρος Ξαρχάκος καταθέτει το 1972 τη δική του κινηματογραφική οπτική στον Αριστοφάνη. Η Λυσιστράτη ανεβαίνει στη μεγάλη οθόνη σε σκηνοθεσία Γιώργου Ζερβουλάκου, η αξέχαστη Τζένη Καρέζη τραγουδά τα περισσότερα τραγούδια και ο Μποστ φιλοτεχνεί το ξεκαρδιστικό εξώφυλλο. Ο Ξαρχάκος συνδυάζει μαεστρικά στοιχεία από τη δημοτική παράδοση και το ελαφρό τραγούδι και ο Νίκος Γκάτσος δίνει τον τόνο στιχουργικά με τον Όρκο. Αργότερα, ο Ξαρχάκος θα γράψει μουσική για τους Ιππής (1976) και τις Εκκλησιάζουσες (1993), κρατώντας πάντα σαφείς αποστάσεις από το φολκλόρ και την απομίμηση.
Το εύρος της εμπλοκής των συνθετών με τον Αριστοφάνη είναι εντυπωσιακό. Ξεχωριστή θέση κατέχει ο πρωτοπόρος Γιάννης Χρήστου με τους Βάτραχους (1965) του Θεάτρου Τέχνης, μια ιδιόμορφη εκδοχή αριστοφανικής μουσικής, η οποία, αντί για το κωμικό στοιχείο, προέβαλλε τις πιο σκοτεινές και σοβαρές πτυχές του έργου. Ο Νίκος Μαμαγκάκης υπήρξε πρωτεργάτης με τον Πλούτο (1965). Ο Θόδωρος Αντωνίου έχει συμπεριλάβει στο δαιδαλώδες έργο του μουσική για την Ειρήνη (1996), ενώ ο Μιχάλης Γρηγορίου έχει καταπιαστεί με τις Εκκλησιάζουσες (1987, 2005) και τους Ιππής (1989). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πρώτες Εκκλησιάζουσές του που ενσωματώνουν μπρεχτικά στοιχεία, παραπέμποντας στα βήματα του Κουρτ Βάιλ. Ο Γιάννης Μαρκόπουλος συνάντησε τη Λυσιστράτη (1963), την Ειρήνη (1964), τις Εκκλησιάζουσες (1981) και τις Θεσμοφοριάζουσες (1989), ο αείμνηστος Γιώργος Τσαγκάρης επέστρεψε στους Όρνιθες (2002), ενώ ο ιδιοφυής Γιάννης Ζουγανέλης έγραψε τις Ιστορίες Του Παππού Αριστοφάνη για την παιδική σκηνή του Δημήτρη Ποταμίτη (1979).
Μια νεότερη γενιά συνθετών επιμένει, ευτυχώς, στον Αριστοφάνη. Με εικοσαετή πορεία στη μουσική για το θέατρο, ο Ηρακλής Πασχαλίδης έχει συναντηθεί με τις Εκκλησιάζουσες. Ο Μίνως Μάτσας παρουσίασε πρόσφατα τους Όρνιθες, οικοδομώντας μια φελινική ατμόσφαιρα στα χνάρια του Νίνο Ρότα. Ο Δημήτρης Λέκκας εξέδωσε εφέτος τη Χώρα Των Πουλιών, τη λυρική και μελαγχολική μουσική για τους Όρνιθες που ανέβασε το Παιδικό Στέκι του Εθνικού Θεάτρου. Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου έχει γράψει μουσική για τους Όρνιθες και τους Σφήκες. Ο Γιώργος Ανδρέου και ο Γιώργος Χριστιανάκης προσέγγισαν τη Λυσιστράτη, ο Κύπριος συνθέτης Μιχάλης Χριστοδουλίδης συνέθεσε για τον Πλούτο και ο Γιώργος Τσακαλίδης έγραψε τη μουσική για τους Βάτραχους που δισκογράφησαν τα παιδιά της θεατρικής ομάδας Ασβεστοχωρίου. Το ίδιο έργο επένδυσε ο Γιάννης Χριστοδουλόπουλος στην παράσταση Βάτρα-x του Εθνικού, ενώ διακριτό στίγμα έχει αφήσει και ο Διονύσης Τσακνής με τους Αχαρνής.
Γιατί ο Αριστοφάνης;
Πού οφείλεται η σταθερή μέσα στο χρόνο σχέση ανάμεσα στους μουσικούς δημιουργούς και στον Αριστοφάνη. Ο πρώτος και βασικότερος λόγος είναι πρακτικός και αρκετά πεζός: οι βιοποριστικές ανάγκες των συνθετών. Οι παραγγελίες έργων αρχαίου δράματος συνιστούν μια βασική και σταθερή πηγή εισοδήματος για το δημιουργό, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης της δισκογραφίας. Κάθε χρόνο, οι παραστάσεις των αθηναϊκών θεάτρων, των ΔΗΠΕΘΕ και της Επιδαύρου συνιστούν μια κάποια λύση στο πρόβλημα υλικής επιβίωσης πολλών συνθετών.
Ωστόσο, το ενδιαφέρον των συνθετών για τον Αριστοφάνη είναι πρωτίστως καλλιτεχνικό. Στο πρόσωπό του, οι μουσικοί συναντούν έναν απόλυτα επίκαιρο και σύγχρονο θεατρικό συγγραφέα. Οι ήρωες του Αριστοφάνη ζηλεύουν, διασκεδάζουν, γελούν, βρίζουν, πολιτικολογούν και αποτυπώνουν εύστοχα ανθρώπινες φιγούρες διαχρονικής αξίας. Όπως σημειώνει ο Αλέξης Σολομός: «Ο άνθρωπος του Αριστοφάνη είναι ζωντανός άνθρωπος και γι’ αυτό είναι σύγχρονός μας».
Στον Αριστοφάνη, οι Έλληνες συνθέτες βρήκαν τον μεγάλο σατιρικό αλλά και τον μεγάλο λυρικό, την υπενθύμιση των παραδοσιακών αξιών αλλά και τη γοητεία της ανατροπής, την αναζήτηση της ουτοπίας. Ο Αριστοφάνης στηλιτεύει την εκμετάλλευση, τον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο, με τρόπο οικείο προς το ιδεολογικό και το αξιακό φορτίο πολλών μεγάλων συνθετών. Πέρα από τη σάτιρα, ο Έλληνας κωμωδός προάγει έναν ιδιότυπο λυρισμό καθώς και μια ανελέητη πολιτική κριτική τού παρόντος. Προπάντων, ο Αριστοφάνης γοήτευσε τους συνθέτες με την αναρχική του διάθεση• όπως επισημαίνει και ο Κάρολος Κουν: «Ο Αριστοφάνης σ’ όλες του τις κωμωδίες γελοιοποιεί και θεούς και ιερείς και την εξουσία».
Συνολικά, ο Αριστοφάνης αποτέλεσε πολύτιμο εργαλείο για την πραγμάτωση του πρωταρχικού οράματος του νεοελληνικού τραγουδιού: την έκφραση ενός καλύτερου κόσμου. Σήμερα, που η πόλη-κράτος της νεοελληνικής Αθήνας μοιάζει όλο και περισσότερο με την εμπόλεμη αρχαία Αθήνα, που τα σκάνδαλα και η κρίση είναι εδώ σαν να μην πέρασε μια μέρα, που μόνο τα ονόματα των πολιτικών φαίνεται να έχουν αλλάξει, η ακρόαση του Αριστοφάνη και των μουσικών που γράφτηκαν για το έργο του αποτελεί αναμφίβολα μια επαναστατική πράξη.
Έξι κορυφαίοι συνθέτες που καταπιάστηκαν δημιουργικά με τον Αριστοφάνη καταθέτουν τη δική τους οπτική για την κληρονομιά και τη διαχρονικότητα του αρχαίου Έλληνα κωμωδού. Τους ευχαριστούμε θερμά για την ευγενική τους ανταπόκριση.
Μιχάλης Γρηγορίου
Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη σηματοδοτούν ένα ιδιαίτερα σημαντικό στάδιο πολιτιστικής ανάπτυξης της ανθρωπότητας, επειδή δηλώνουν την ύπαρξη μιας εξελιγμένης κοινωνίας, που έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο αυτοπαρατήρησης και αυτογνωσίας ώστε να μπορεί να αυτοειρωνεύεται, να αυτοσαρκάζεται και, εν τέλει, να κρίνει τους ίδιους τους θεσμούς της. Είναι άλλωστε γνωστό πως η κωμωδία είναι ένα πολύ πιο δύσκολο είδος από το δράμα. Το κλάμα είναι κάτι περισσότερο πρωτογενές, ενώ το γέλιο είναι ανατρεπτικό, προϋποθέτει μια συνείδηση που μπορεί να κάνει ένα βήμα έξω από τον εαυτό της και να τον κρίνει. Σε ό,τι αφορά εμάς τους Έλληνες, θα έλεγα πως ο Αριστοφάνης είναι και παρηγορητικός. Όταν βλέπεις πως πριν από 2.500 χρόνια γίνονταν στην Ελλάδα οι ίδιες απατεωνιές, πως οι πολιτικάντηδες έκαναν τις ίδιες κομπίνες και, όταν σκέφτεσαι πως, παρ’ όλα αυτά ο τόπος μας επιβίωσε, τότε αντλείς και κάποια αισιοδοξία για το μέλλον.

Βασίλης Δημητρίου
Ο Αριστοφάνης διαθέτει αυτό που έχουν όλοι οι μεγάλοι σατιρικοί συγγραφείς: είναι άμεσος. Ταυτόχρονα, δεν είναι μόνο ένας σατιρικός χιουμορίστας• στο λόγο του διακρίνεται και μια πίκρα. Αυτή η άχνη πίκρας που υπάρχει πίσω από το χιούμορ και τη σάτιρα με ερέθισε. Επίσης, αγαπά τις γυναίκες, τις οποίες αγαπάω κι εγώ. Τέλος, δεν ξεχνάει το θέαμα. Με φαντασία, μπορούν να γίνουν μαγικές παραστάσεις. Έχει έναν λόγο αυθόρμητο, καθημερινό, αλλά δίνει την ευκαιρία στους συντελεστές να κάνουν την τρέλα τους. Ο Χατζιδάκις έδωσε ένα προσωπικό στιλ, πολύ ρυθμικό, προσεγγίζοντας έναν αρχαϊκό ήχο. Κάποιοι άλλοι συνθέτες προσέδωσαν στον Αριστοφάνη ένα δημοτικό ή και λαϊκό στοιχείο. Εγώ ήθελα να φτιάξω ένα προσωπικό ύφος και κατά κύριο λόγο στηρίχτηκα στο ύφος του μουσικού θεάτρου, όχι της επιθεώρησης, αλλά της οπερέτας. Προσπάθησα, χωρίς να κάνω απομίμηση της οπερέτας, να γράψω μουσική με αναφορές σε αυτή, χωρίς να πετάω έξω το λαϊκό και το δημοτικό τραγούδι.

Σταμάτης Κραουνάκης
Ένα σημαντικό στοιχείο στο έργο του Αριστοφάνη είναι ότι η κωμωδία καταγράφει το τέλος μιας μεγάλης εποχής. Αυτή είναι η επικεφαλίδα του: το τέλος μιας εποχής και το χρέος της κωμωδίας. Τα χορικά του είναι ώρες ώρες αποθεωτικής συγκίνησης. Με τις παραβάσεις του δίνει την ευκαιρία να διακόπτεται η δράση. Πόσα χρόνια χρειάστηκαν για να φτάσει το θέατρο σε αυτές τις μοναδικής αποκαλυπτικότητας μοντέρνες λύσεις; Ο παππούς το είχε κάνει από τότε. Επειδή δεν μπορούσε να πει τα πράγματα με το όνομά τους, αναγκάστηκε να τα πει με παραβολές, και εκεί μεγαλούργησε στα μεγάλα του ουτοπικά αριστουργήματα. Ένα στοιχείο τρομερά συγγενές με μένα είναι το αντιεξουσιαστικό. Ένα άλλο στοιχείο είναι το λυρικό, το οποίο προσφέρει γόνιμο έδαφος στο συνθέτη. Επίσης, ο τρόπος που ο Αριστοφάνης διαχειρίζεται το πολιτικό και το ηθικοκοινωνικό στοιχείο είναι για τον σύγχρονο μεταφραστή τού αισθήματος πολύ μεγάλο εργαλείο. Και μάλιστα, με μια γλώσσα τρομερά σκληρή, την τόλμη της οποίας δεν έφτασε κανένας μεταγενέστερος.

Χρήστος Λεοντής
Ο Αριστοφάνης είναι γήινος, είναι δεμένος με τη γη του, με τον τόπο του. Είναι επίσης δεμένος με τους ανθρώπους του, με τον ιδρώτα τους, με την ενασχόλησή τους με ό,τι πιο παραγωγικό για την επιβίωσή τους. Θέλει να χαρεί τη ζωή μέσα σε ειρηνικές συνθήκες, θέλει να χαρεί τον έρωτα, το καλό φαΐ, το καλό κρασί. Με μια κουβέντα, θέλει να χαρεί μια όμορφη, γεμάτη υγεία ζωή. Επειδή οι ανθρώπινες αδυναμίες είναι γνωστές, με τους πολέμους, το κυνηγητό του κέρδους, την εκμετάλλευση, έτσι, σε πολλά του έργα κυνηγά την ουτοπία. Διακηρύσσει τον προσωπικό αγώνα που κάνει ο καθένας για να εξασφαλίσει αγαθά και αρχές. Μάχεται, έστω και αν βρίσκεται σε ένα κόσμο ουτοπικό. Μάχεται για αρχές όπως η ελευθερία, η ειρήνη, η δικαιοσύνη, η παιδεία, και όλα αυτά που κάνουν τον άνθρωπο αντάξιο τής αξιοπρέπειάς του. Αυτά τα στοιχεία είναι ζωντανά πρότυπα για μένα, και με καθοδηγούν στη ζωή μου και στη δουλειά μου.

Μίνως Μάτσας
Οι Όρνιθες ήταν μεγάλη πρόκληση, αφενός, γιατί είναι ένα από τα αγαπημένα μου έργα του Χατζιδάκι και, αφετέρου, επειδή έπρεπε να γράψω τα πρώτα χορικά στα αρχαία ελληνικά: μια ευφυής ιδέα του σκηνοθέτη Σωτήρη Χατζάκη. Η αποκρυπτογράφηση της μουσικότητας του αρχαίου λόγου μού πήρε καιρό, ώσπου άφησα τις συλλαβές και τους ήχους να αποκαλυφθούν μόνα τους. Τι άντλησα από τον Αριστοφάνη; Πρώτον, το σύγχρονο των θεμάτων του. Υπάρχει κάτι πιο σύγχρονο από τη χειραγώγηση λαών από «σωτήρες» που οδηγούν στον ολοκληρωτισμό; Δεύτερον, τη μαγεία της ποίησής του, των λέξεων, που είναι συνυφασμένη με τον αρχαίο λόγο. Και τρίτον, την αμεσότητα της σάτιράς του. Τα αστεία του αφορούσαν τα πρόσωπα της εποχής, και οι περίφημες βωμολοχίες υπάρχουν ήδη στο αρχαίο κείμενο. Στο Λος Άντζελες είδα την Ειρήνη στα αγγλικά από τους Culture Clash, μια διάσημη θεατρική ομάδα Chicanos. Ήταν μια από τις ωραιότερες παραστάσεις που έχω δει. Είναι καλύτερο να βλέπουμε το αρχαίο θέατρο με σύγχρονη ματιά: ούτε τελείως αποδομημένo και μεταμοντέρνo, αλλά ούτε και δοσμένο κατά γράμμα.

Θάνος Μικρούτσικος
Η μουσική στο θέατρο είναι μουσική υπό περιορισμό. Όταν γράφεις έναν κύκλο τραγουδιών, δεν σε περιορίζει κανείς. Στη θεατρική μουσική περιορίζεσαι από το κείμενο και τη σκηνοθετική άποψη. Ο συνθέτης στο θέατρο πρέπει να ελίσσεται με έναν τρόπο ακροβατικό, και αυτοί οι περιορισμοί με κινητοποιούν. Στο θέατρο, αποδεκτό και σωστό είναι ό,τι είναι και λειτουργικό• η μαγεία της θεατρικής μουσικής εξαρτάται από τη λειτουργικότητά της. Η σπουδαία θεατρική μουσική πρέπει να αρχίζει και να τελειώνει μέσα σε μια θεατρική παράσταση. Ένα στοιχείο τού Αριστοφάνη που δεν έχει συζητηθεί πολύ είναι η λυρικότητα. Η οξυδέρκεια και η πολιτική κριτική του για τα κακώς κείμενα είναι αναμφισβήτητη. Αλλά η μεγάλη του αξία έγκειται στον λυρικό λόγο. Στον Αριστοφάνη υπάρχουν κομμάτια εξαιρετικής ποιητικής ατμόσφαιρας. Τέλος, η μεταφορά του Αριστοφάνη σήμερα δικαιώνεται μόνο στις περιπτώσεις όπου ο σκηνοθέτης δημιουργεί μια δομή και ένα υπόβαθρο, ώστε η μεταφορά να μην είναι αυθαίρετη. Έχω βαρεθεί την επιθεωρησιακή γραφή, όπου σε μια παράσταση Αριστοφάνη ακούς για τον Καραμανλή και τον Παπανδρέου.
ΔΙΦΩΝΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΕΣ ΤΟ ΜΕ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΛΟΓΙΑ